φιλοικτίρμων — prone to pity masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοικτίρμων — οίκτιρμον, Α 1. ο φιλεύσπλαγχνος 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ φιλοί κτιρμον οίκτος για τους άλλους. επίρρ... φιλοικτιρμόνως Α με οίκτο, με έλεος. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + οἰκτίρμων «ελεήμων, φιλεύσπλαγχνος»] … Dictionary of Greek
φιλοικτίρμον — φιλοικτίρμων prone to pity masc/fem voc sg φιλοικτίρμων prone to pity neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοικτίρμονα — φιλοικτίρμων prone to pity neut nom/voc/acc pl φιλοικτίρμων prone to pity masc/fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοικτιρμόνως — φιλοικτίρμων prone to pity adverbial … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοικτίρμονας — φιλοικτίρμων prone to pity masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοικτίρμονες — φιλοικτίρμων prone to pity masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοικτίρμονι — φιλοικτίρμων prone to pity dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοικτίρμονος — φιλοικτίρμων prone to pity gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοικτίρμοσιν — φιλοικτίρμων prone to pity dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
щедролюбец — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;} (φιλοικτίρμων) милосердный … Словарь церковнославянского языка